Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008

Η Ιστορία της Ραδιοφωνίας

«Ω, Άγιε αιθέρα…»

ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ

Αρχίζω την αποσπασματική δημοσίευση της Ιστορίας της Ραδιοφωνίας στο Διαδίκτυο, που με τον τίτλο «Ω, Άγιε Αθέρα και σεις φτερωτές Αύρες» (στίχος απ’ τον «Προμηθέα» του Αισχύλου, που μας δημιουργεί την υπόνοια πως ο αρχαίος ποιητής μάντευε τις μαγικές ιδιότητες των ρευμάτων της ατμόσφαιρας) έχω ξεκινήσει να γράφω από το 1988 και που ένα μεγάλο μέρος της δημοσιεύθηκε σε 216 εβδομαδιαίες συνέχειες στο περιοδικό «Ραδιοτηλεόραση».

Αρχίζω την ανάρτησή της εργασίας μου αυτής στο blog, την περίοδο ακριβώς που η κρατική Ραδιοφωνία και Τηλεόραση γιορτάζει τα 70 χρόνια της ανάληψης της ραδιοφωνικής υπόθεσης από το κράτος (καθεστώς Μεταξά) το 1938. Όπως είναι φυσικό η εργασία μου λεηλατήθηκε για την περίπτωση από τους "γιορταστές" επιτήδειους , αφού βρήκαν υλικό έτοιμο και άκοπα το σφετερίστηκαν χωρίς κανείς να αναφέρει την πηγή του. Ασυνείδητοι άρπαγες κοπιαστικής εργασίας και πολύχρονου μόχθου.

Βέβαια η ραδιοφωνική ιστορία έχει βαθύτερο παρελθόν απ’ την έναρξη του ’38 κι αυτό είναι που μια ιστορική έρευνα έχει χρέος πρωτίστως να αναδείξει. Η δημοσίευση ωστόσο αρχίζει από χρόνους μεταγενέστερους, για λόγους της αναρτησιακής διαδικασίας και βαθμιαία θα ανατρέχουμε στις προηγούμενες φάσεις ως τα στοιχεία των πρώτων ραδιοφωνικών νύξεων. Θεωρώ απαραίτητο να παραθέσω και τον πρόλογο που προσανατολίζει σχετικά τον αναγνώστη.

Πρόλογος

Όταν το 1988 αποδέχθηκα την πρόταση της Λήδας Κροντηρά - Νασούφη να γράψω την ιστορία της Ραδιοφωνίας δεν υπήρχε κανένα στοιχείο και καμία πηγή. Προσφέρονταν βέβαια πολλοί απ’ τους παλαιούς να αφηγηθούν και να εξιστορήσουν αλλά, όπως αποδείχθηκε οι συνεντεύξεις τους είχαν ως επί τω πλείστον, χροιά υποκειμενική, άφηναν κενά περιείχαν αντιφάσεις και συχνά, ως προς τα πρόσωπα και τα γεγονότα, συγκρούονταν με τα πραγματικά στοιχεία που η προσωπική μου αναζήτησε εξασφάλιζε από πηγές αναμφισβήτητες. Υπήρχαν επίσης δυο ολιγοσέλιδα βιβλιαράκια μικρού σχήματος, που οι δυο συγγραφείς τους, τεχνικός ο ένας και δημοσιογράφος ο άλλος, επιχείρησαν να καταγράψουν ο καθένας εν συντομία, αυτά που θεωρούσαν πως άξιζαν να διατηρηθούν. Παρά την ανεπάρκειά τους ωστόσο τα δυό αυτά έντυπα μου χρησίμευσαν για την διαδικασία των διασταυρώσεων και αναφέρονται όπου χρησιμοποιήθηκαν. Υπήρχε επίσης και ένα αφιέρωμα της επίτομης έκδοσης του Ράδιο Καραγιάννη με τίτλο ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ – ΤΗΛΕΟΡΑΣΙΣ που περιείχε μερικές βασικές πληροφορίες για τα πρώτα σκιρτήματα της Ραδιοφωνίας. Ωστόσο και τα τρία αυτά έντυπα δεν βρίσκονταν σε πρώτη ζήτηση. Έπρεπε κι αυτά να ανακαλυφθούν. Η ύπαρξή τους μου έγινε γνωστή κατά τη διάρκεια των αναζητήσεών μου.

Πρέπει εδώ να τονίσω, υπογραμμίζοντας το μάλιστα, πως η κρατική Ραδιοφωνία δεν διατηρούσε κανένα, μα κανένα απολύτως αρχείο.Με τον καημό να γραφτεί η ιστορία της Ραδιοφωνίας, που και ο πατέρας της και η μητέρα της αλλά και η ίδια έπαιξαν πρωτεύοντες ρόλους, η Λήδα Κροντηρά έκανε μια αθλοθέτηση στην Ακαδημία Αθηνών στη μνήμη του Κώστα Κροντηρά (την συμβολή του στη ραδιοφωνική εποποιία την εξιστορούν οι σελίδες που ακολουθούν) για να ενθαρρυνθεί κάποιος να καταπιαστεί με το θέμα. Αυτό αποδεικνύει πως στους ανθρώπους του ραδιοφώνου η έλλειψη ενός χρονικού της ραδιοφωνικής πορείας και των ανθρώπων που την διεξήγαγαν, ήταν αισθητή. Όταν τον Απρίλιο του 1988 ο Στρατής Καρράς, διευθυντής τότε της Ραδιοφωνίας, με κάλεσε και μου ζήτησε να επιμεληθώ μια σειρά επετειακών εκπομπών για τα 50 χρόνια του ραδιοφώνου, η Λήδα Κροντηρά, η «Μπούλη» της «Ωρας του παιδιού» των παλαιών ημερών, μου μίλησε για το έπαθλο της Ακαδημίας και με παρότρυνε να καταγίνω με τον άθλο . Προσανατολισμένος τότε σ’ άλλες κατευθύνσεις απέκρουσα στην αρχή την πρόκληση. Όσο προχωρούσε όμως η προετοιμασία των εκπομπών, όσο με συνέπαιρνε η νοσταλγία των πρώτων ραδιοφωνικών καιρών, όσο ξεδιπλωνόταν η χάρτα της περιπετειώδους εποποιίας των ερτζιανών και με διαπότιζε η συγκίνηση των παλαιών ραδιοφωνανθρώπων που καλούσα στο στούντιο, η ιδέα της ραδιοφωνικής ιστορίας άρχισε να με ενδιαφέρει. Και την αποδέχθηκα.

Δεν ήξερα όμως σε ποιόν κυκεώνα έμπαινα. Δεν το είχε φανταστεί ούτε η αθλοθέτρια. Οι υποδείξεις της, όταν με προέτρεπε να αναλάβω το έργο ήταν πως οι πέντε – δέκα παλαίμαχοι θα μου διηγούνταν και εγώ θα κατέγραφα και θα τα έβαζα σε μια τάξη, σε μια στρωτή διατύπωση κι αυτό θα ήταν όλο. Ούτε στην αρχή θεώρησα το εγχείρημα τόσο εύκολο αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσα να διανοηθώ πως θα είχε τόσο βάθος και τόση διακλάδωση. Οι πτυχές της ιστορίας έκρυβαν άγνωστα περιστατικά που εκτείνονταν σε μεγάλο βάθος χρόνου. Η αφετηρία αποκαλύφθηκε πως βρισκόταν πολύ μακρύτερα από εκεί όλοι θεωρούσαμε ως αρχή της Ραδιοφωνίας. Αποκαλύπτονταν επίσης φάσεις σημαντικές της ραδιοφωνικής πορείας ενώ υπήρχαν άλλες υπερβολικά υπερτιμημένες. Κανένας δεν ήξερε το παραμικρό για τον Σταθμό του Πειραιά, για τον Σταθμό της ΕΟΝ, για τον γερμανικό Κολιμπρί στην Κατοχή, για το ολιγόζωο Αθηναϊκό Πρόγραμμα, για τον Σταθμό του Πανεπιστημίου, για τον Κοντογεωργίου στο Βόλο και τις δικές του προσπάθειες, ούτε για τον Σταθμό στα Χανιά. Για το ραδιοφωνικό Σταθμό του Δημοκρατικού Στρατού, τη «Φωνή της Ελεύθερης Ελλάδας» πολύ λίγα ήταν γνωστά ενώ για τους Σταθμούς των Ενόπλων Δυνάμεων κανένας δεν τους αγνοούσε, φυσικά, ελάχιστοι όμως γνώριζαν λεπτομέρειες γι αυτούς, τις ανάγκες και τις διαδικασίες που τους γέννησαν.Η «ανασκαφική σκαπάνη» έφερε σε φως και πολλά άγνωστα απ’ την επίσημη ιστορία του κρατικού ραδιοφωνικού δικτύου.

Από το 1988 μέχρι σήμερα, χωρίς καμιά υπερβολή, συγκεντρώνω υλικό, στοιχεία, πληροφορίες φωτογραφίες. Σ’ όλο αυτό το διάστημα η έρευνα δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ. Είχε βέβαια εξάρσεις και υφέσεις και κατά διαστήματα χρησιμοποίησα και βοηθούς, αλλά η προσήλωσή μου στο θέμα της ραδιοφωνίας ήταν συνεχής. Διάβασα προσεκτικά μέρα με την ημέρα πάνω από εκατό τόμους εφημερίδων και συναντήθηκα με άλλους τόσους ανθρώπους που με τον ένα η τον άλλο τρόπο είχαν συνδεθεί με το ραδιοφωνικό χρονικό. Τα άρθρα που δημοσίευσα σχετικά στον «Ταχυδρόμο», στην «Ελευθεροτυπία» ,στην «Καθημερινή» και στον «Επίλογο» οι εκπομπές στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ και κυρίως τα δημοσιευόμενα στη «Ραδιοτηλεόραση» επί πέντε χρόνια ανελλιπώς κάθε εβδομάδα μου άνοιξαν πόρτες. Πολλοί ήταν αυτοί που προθυμοποιήθηκαν και έσπευσαν να προσθέσουν λεπτομέρειες η να διασκευάσουν και να σκαλίσουν τη μνήμη και τα συρτάρια τους. Τη μεγάλη βοήθεια ωστόσο μου την πρόσφερε η Εθνική Βιβλιοθήκη. Παρά τις οργανωτικές δυσχέρειες και το απηρχηωμένο σύστημα λειτουργίας της η «Βαλιάνειος» στάθηκε η βασική μου πηγή. Στα σώματα των εφημερίδων ολόκληρου του αιώνα η έρευνά μου έσερνε το δάχτυλο στις αράδες των περασμένων ημερών από χρόνο σε χρόνο.

Αφυπνίσθηκε παράλληλα και ένα στοιχείο υποκειμενικής εμπειρίας σε όλα τα ραδιοφωνικά διατρέξαντα, αφού υπήρχε σ’ όλο το διάστημα μια προσωπική μου συμμετοχή. Απ’ αυτή την άποψη μπορώ να σημειώσω πως η αναμόχλευση της ραδιοφωνικής περιπέτειας έχει και ένα βιωματικό στοιχείο που ενισχύει σε πολλά της αξιοπιστία των πηγών. Έζησα ο ίδιος και συμμετείχα με πολλές και διάφορες ευκαιρίες στη ραδιοφωνική εμπειρία απ’ την πρώτη στιγμή της λειτουργίας της κρατικής ραδιοφωνίας, ακροατής μαγεμένος, οχτάχρονος, του μαγικού κουτιού και αργότερα συνεργάτης σε διάφορες περιόδους. Πρέπει ακόμα να σημειώσω την ευτυχή συγκυρία να προλάβω τρεις κορυφαίους πρωταγωνιστές της ραδιοφωνικής μας εποποιίας. Εκτός απ’ τον Γιάννη Σιάσκα, που τον είχα για μεγάλο διάστημα συνοδοιπόρο και σύμβουλο, ευτύχησα να συναντηθώ και να συνομιλήσω με τον Γιάννη Βουλπιώτη και τον Ηρακλή Πετμεζά και να έχω τις μαρτυρίες τους αυθεντικά και άμεσα. Περί των τριών αυτών προσώπων στις σελίδες που ακολουθούν.

Αυτήν την προσπάθεια της τεκμηρίωσης της ραδιοφωνικής ιστορίας πολύ την διευκόλυνε ο Δημήτρης Σαπρανίδης, ερευνητής και ο ίδιος, που ως διευθυντής της «Ραδιοτηλεόρασης», την «στέγασε» κατανοώντας τη σημασία της. ‘Όταν ο Σαπρανίδης αντικαταστάθηκε πρυτάνευσαν άλλες επιλογές και η δημοσίευση της έρευνας για την ιστορία της ελληνικής ραδιοφωνίας διακόπηκε. Αν ο αναγνώστης θέλει να εντοπίσει το πρόσωπο που είχε την ευθύνη δεν έχει παρά να σημειώσει το όνομα της Μπέλας Μηλοπούλου , του τότε προσωπάρχη της ΕΡΤ Πολυχρονόπουλου, πολιτευτή του κυβερνόντος τότε κόμματος, αλλά κυρίως του εκπροσώπου των εργαζομένων στην ΕΣΗΕΑ, που αποφάσιζε για ποιών από τους συμβασιούχους θ’ ανανεώνονταν οι συμβάσεις με γνώμονα τα κομματικά τους συμφέροντα. Έτσι η έρευνα διακόπηκε από τις σκοπιμότητες του κομματικού συνδικαλισμού.Ωστόσο παρά τις μικρότητες και τις εμπάθειες, τα μίση τα πάθη, τις διαβολές και τις συκοφαντίες, επί διακόσιες δέκα εξ εβδομάδες η ιστορία της Ραδιοφωνίας, δημοσιευόταν στο περιοδικό της ΕΡΤ χωρίς διακοπή και μ’ αυτόν τον τρόπο στοιχειοθετήθηκε η εργασία που κρατάτε στα χέρια σας.Το μεγαλύτερο μέρος του παρόντος τόμου και των όσων ραδιοφωνικών διαδραματίσθηκαν μέχρι το 1950 περιλαμβάνεται στις 216 συνέχειες της «Ραδιοτηλεόρασης». Σ’ όλο αυτό το διάστημα προέκυπταν στοιχεία που ενίσχυαν η διαφοροποιούσαν τα εξιστορούμενα. Όλα τα νεότερα έχουν προστεθεί στις σελίδες που ακολουθούν και το χρονικό είναι τώρα πια εγκυρότερο από οποιαδήποτε μορφή του έχει προηγηθεί. Η πενταετία 1950 – 1955 και τα όσα γεγονότα την στοιχειοθετούν, δημοσιεύονται εδώ για πρώτη φορά.Σε όσων οι ραδιοφωνικές καρδιές σκιρτούν σήμερα στις αναμνήσεις των καιρών εκείνων, όλοι «κατάγονται» απ’ την κοινή πατρίδα των ραδιοφωνικών θαλάμων του Ζαππείου, του κτηρίου της πλατείας Ρηγίλλης , του κτηρίου της οδού Ζαλοκώστα και του οικήματος της Σολής Χωροφυλακής της οδού Μεσογείων. Θυμάται, συγκινείται και αφηγείται η γενιά που στην δεκαπενταετία 1940 – 1955 μαγεύτηκε από την ραδιοφωνική σαγήνη είτε μπροστά στο φωτισμένο καντράν μιας συσκευής, είτε σ’ ένα μικρόφωνο σε κάποιο στούντιο.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Η
Π Ρ Ο Ϊ Σ Τ Ο Ρ Ι Α
Τ Η Σ
ΡΑ Δ Ι Ο Φ Ω Ν Ι Α Σ


ΤΟ "ΣΗΜΕΡΑ" ΩΣ ΣΗΜΕΙΟΝ ΟΡΑΣΕΩΣ

Σήμερα, που ζούμε σ' έναν ορυμαγδό εκπομπών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών και σε μια ανεμοθύελλα συχνοτήτων, όπου οι πάσης φύσεως σταθμοί σωρεύονται ο ένας πάνω στον άλλο και οι εκπομπές τους συγχέονται και εμπλέκονται, είναι δύσκολο να φαντασθούμε πως υπήρξε ένας καιρός που ο αιθέρας δεν είχε αποκαλύψει ακόμα τις μαγικές του ιδιότητες. Όλη αυτή η περιπετειώδης εποποιία, αδιανόητη στην αρχή και συναρπαστική στη συνέχεια, όλη αυτή η τρικυμιώδης πορεία, που διαπέρασε και συνδέθηκε με όσα γεγονότα σημάδεψαν τα πρόσφατα 100 χρόνια της εθνικής μας ζωής, θα εξιστορηθεί στις σελίδες που ακολουθούν. Θα ανασύρουμε χρόνο με τον χρόνο όλα τα ραδιοφωνικά περιστατικά, απ' όταν ακόμα η ραδιοφωνία αποτελούσε αποκύημα επιστημονικής φαντασίας ή ένα φυσικό παράδοξο. Παρακολουθώντας την εξέλιξη της τεχνολογίας της ασύρματης μεταβίβασης ήχων, με όλες τις πολιτικές και κοινωνικές της παραμέτρους, θα φθάσουμε στην σημερινή παρακμή του ραδιοφώνου και στην ασύλληπτη προοπτική που έχουν οι εφαρμογές των δυνατοτήτων που στην διάρκεια του αιώνα αξιοποιούνταν σταδιακά.
Στο διάστημα των 12 χρόνων που συστηματικά με απασχολεί η διερεύνηση των ποικίλων πτυχών της ραδιοφωνικής ιστορίας είχα επανειλημμένα την ευκαιρία να τονίσω πως αυτό που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε "ραδιοφωνικό πολιτισμό", η συμβολή δηλαδή του ραδιοφωνικού μέσου στην ανάπτυξη της πνευματικής και αισθητικής καλλιέργειας, έχει αγνοηθεί. Ενώ μέσα στην τελευταία δεκαετία ιδίως διάφοροι μελετητές, δοκιμιογράφοι και ιστορικοί "λιχνίζουν" κυριολεκτικά, κάθε μικρής ή μεγάλης σημασίας ιστορικό, κοινωνικό ή πολιτιστικό στοιχείο της ελληνικής ζωής, εντούτοις το ραδιοφωνικό φαινόμενο διέλαθε της προσοχής τους. Όταν, στα ύστερα της πρώτης τριακονταετίας άρχισε η εφαρμογή των ραδιοφωνικών εκπομπών υπήρχε πρόβλημα στην επικοινωνία κέντρου και επαρχίας, στη μετάδοση ιδεών και πληροφοριών ακόμα και στην διακοίνωση αρχών, νόμων, ανακοινώσεων και κυβερνητικών διατάξεων. Ακόμα και τότε ωστόσο η σπουδαιότητα και η πολυδυναμία του νέου μέσου αργεί πολύ να συνειδητοποιηθεί, αφού κωλυσιέργησε τόσο η εφαρμογή του. Όμως ακόμα και τώρα, με την υπεραναπτυγμένη τάση αναδρομικών εκτιμήσεων, ούτε τα αφιερώματα στα γεγονότα του απερχόμενου αιώνα συμπεριλαμβάνουν την ραδιοφωνική περιπέτεια, ούτε καμμιά ιστορική εργασία ασχολήθηκε μ' αυτήν. Οι ίδιοι οι σημερινοί άρχοντες της κρατικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης αδιαφορούν. Λες και το παρελθόν, τα πρόσωπα που στοιχειοθέτησαν την ιστορία της ραδιοφωνίας στη χώρα μας και εκ του μηδενός συγκρότησαν το ραδιοτηλεοπτικό οικοδόμημα, στο οποίο στεγάζονται οι σημερινοί "επιβάτες της ραδιοτηλεοπτικής εξουσίας" (και "αυριανοί διαβάτες" για να θυμηθούμε τον Γεώργιο Παπανδρέου) αν προβληθούν μειώνουν το κύρος των αρχόντων του παρόντος. Από αδιαφορία (ή ίσως από κάτι χειρότερο) διακόπηκε η δημοσίευση της "Ιστορίας της Ραδιοφωνίας" που συνεχιζόταν καθ' εβδομάδα από το 1994 στο περιοδικό "Ραδιοτηλεόραση" και κατ' αναμφισβήτητη διαπίστωση είχε πολλούς αναγνώστες ενδιαφερόμενους. Αυτό είναι ενδεικτικό του φρονήματος των ιθυνόντων πάσης κλίμακας, έναντι της σημασίας του ραδιοφωνικού παρελθόντος. Τέτοια θα συναντήσουμε πολλά ανατρέχοντας στα παλαιά έτη όπου ο αυταρχισμός των παραγόντων (κυβερνητικών ενίοτε) ανέστειλε κάθε θετική πρωτοβουλία. Παρ' όλα αυτά, άνθρωποι δημιουργικοί, οραματιστές, με προσφορά σημαντική κατά την αξία καθενός, συνέθεσαν την ραδιοφωνική ιστορία, αντιμετωπίζοντας και υπομένοντας τις αντιξοότητες. Το έργο όλων αυτών θα εξιστορήσουμε, την προσφορά τους θα αξιώσουμε και την "μορφωτική επανάσταση" του ραδιοφώνου θα αναδείξουμε σ' αυτές τις σελίδες.
Σήμερα βρισκόμαστε σ' ένα κομβικό σημείο. Είναι αναμφισβήτητο πως βιώνουμε μια πλήρη κυριαρχία ραδιοφώνου και τηλεόρασης ενώ ταυτόχρονα είναι ευδιάκριτη η παρακμή των συμβατικών μορφών αυτών των μέσων. Τα "παραδοσιακά" συστήματα, που διατηρούν μια αναγνωρισμένη συγγένεια με την αρχική εφεύρεση, τείνουν να χαθούν μέσα σε νέες εφαρμογές σ' ένα μέλλον που αδυνατούμε να διανοηθούμε. Την ωφέλεια που θα προκύψει απ' την εξέλιξη τους στις ερχόμενες δεκαετίες δεν μπορούμε ούτε να την φαντασθούμε, είμαστε όμως σε θέση να αναφερθούμε στην τεράστια πολιτιστική επίδραση του ραδιοφώνου σ' όλη την κλιμάκωση του εικοστού αιώνα.
Ας σταθούμε λοιπόν στην αφετηρία της αναδρομής.


ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΝΥΞΕΙΣ

Τα προανακρούσματα είχαν αρχίσει νωρίτερα απ' την αρχή του 20ου αιώνα. Οι φήμες για τα θαύματα του ηλεκτρισμού είχαν προηγηθεί κατά μία δεκαετία απ' την εφαρμογή του. Ο πρώτος ηλεκτρικός λαμπτήρας στην Αθήνα άναψε το 1889. Με την ευκαιρία των γάμων του τότε διαδόχου Κωνσταντίνου ηλεκτροφωτίσθηκαν μερικά κεντρικά τετράγωνα σε Σύνταγμα και Ομόνοια. Δημοσιεύματα με επιστημονικά αξιοπερίεργα σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής, όπου γίνεται λόγος για μετάδοση ήχων, χωρίς τη βοήθεια σύρματος, μόνο με τα ηλεκτρικά κύματα της ατμόσφαιρας, επισημαίνονται από το 1880. Συγκεκριμένα στο περιοδικό ΕΡΜΗΣ της Κωνσταντινούπολης, τον Απρίλιο αυτού του χρόνου συναντάμε ένα εκτεταμένο ρεπορτάζ για τα πειράματα που κάνει ο Αμερικανός καθηγητής Looms στα βουνά της Ανατολικής Βιρτζίνια, όπου κατόρθωσε να μεταβιβάσει μηνύματα σε απόσταση 11 μιλίων με την χρησιμοποίηση δύο χαρταετών.
"Φθάνοντας οι χαρταετοί ούτοι, γράφει το παλιό περιοδικό, εις το αυτό αναγκαίον ύψος εις εκάτερον τον τόπον της ανταποκρίσεως και εν τω αυτώ ηλεκτροφόρω ατμοσφαιρικώ στρώματι ευρισκόμενοι, συγκοινωνούντες δε μετά της γης δια χαλκίνων συρμάτων χρησιμεύουσιν ως μέσον τηλεγραφικής συγκοινωνίας τη βοηθεία μηχανήματος οίον το του τηλεγράφου Μόρση". Το αν κατάλαβαν τίποτα οι αναγνώστες του 1880 απ' τη φιλότιμη προσπάθεια του περιοδικού να τους κατατοπίσει για τις αρχές της Φυσικής και για τα πρώιμα αμερικανικά πειράματα που θα οδηγήσουν σε μια εικοσαετία στην ανακάλυψη του ραδιοφώνου, πολύ αμφιβάλλουμε Πέρασε πάντως μια υπόνοια σ' όσους διάβασαν αυτές τις γραμμές πως κάτι συμβαίνει μέσα στην ατμόσφαιρα. Φανταζόμαστε τους δύσπιστους χριστιανούς να κάνουν ανήσυχοι το σταυρό τους και να ψιθυρίζουν: "Πίσω μου σ' έχω σατανά".
Στα επόμενα χρόνια το αδιανότητο του πράγματος, μέσα από ανάλογα σποραδικά δημοσιεύματα κέρδιζε μια επιστημονική στήριξη. Ναι, οι ιδιότητες της ατμόσφαιρας περιείχαν δυνάμεις που ο άνθρωπος τιθασεύοντας τις μπορούσε να μεταδίδει και να ακούει ήχους από απόσταση, χωρίς την μεσολάβηση σύρματος. Στα 1898 μια αξιοσέβαστη επιστημονική προσωπικότητα έρχεται να προσθέσει εγκυρότητα στο όλο ζήτημα. Ο καθηγητής Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Τιμολέων Αργυρόπουλος, που οι Αθηναίοι τον αποκαλούσαν "ο κ. Ηλεκτρικός", για την επίδοση του στις εφαρμογές του ηλεκτρισμού, αρχίζει μια σειρά διαλέξεων-επιδείξεων στον "Παρνασσό", όπου εκτεταμένα ασχολείται και με την χωρίς σύρματα επικοινωνία. Η εφημερίδα ΕΣΤΙΑ στις 6 Νοεμβρίου 1897 γράφει τα παρακάτω. Τίτλος "Ηλεκτρική Ζωή". "Χθες εις τον Παρνασσόν ο κ. Αργυρόπουλος, ο επονομασθείς ηλεκτρικός - κατά πλειότερον παντός άλλου ασχολούμενος με τον ηλεκτρισμόν - μας εξήγησε τα θαύματα της τελευταίας πενταετίας, τα ηλεκτρικά αερόστατα, την άνευ συρμάτων επικοινωνίαν και τα ηλεκτρικά ατμόπλοια. Ο κόσμος ο συγκεντρωθείς εν τη αιθούση του Παρνασσού έκθαμβος παρηκολούθη του κ. καθηγητού τα πειράματα και τας επεξηγήσεις, ενώ ένας ερωτόληπτος, σοβαρότατα ησχολείτο με σχέδια περί εγκαθιδρύσεως εντός του δωματίου του, των αναγκαίων μηχανημάτων προς παραγωγήν επαγωγικού ρεύματος δια του οποίου να συνεννοείται μετά της ερωμένης του, τοποθετούσης και αυτής εντός του καλλιντηρίου της του αναλόγου "απηχείου". Ιδού και η πρώτη πρόταση για την ονομασία του ραδιοφώνου. Απηχείον, η συσκευή που απηχεί τα εκπεμπόμενα. Δεν θα αργήσει ωστόσο να ακουστεί και το όνομα ραδιόφωνο. Η σχετική είδηση απ' την εφημερίδα ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ της 26 Ιουνίου 1899. "Η "Επιθεώρησις των Επιθεωρήσεων" αγγέλει ότι εντός ολίγου το τηλέφωνον ως ο τηλέγραφος θα λειτουργεί άνευ σύρματος (…) Η Επιθεώρησις αναφέρει λίαν ενδιαφερούσας λεπτομερείας της λειτουργίας του νέου τούτου μηχανήματος το οποίον ωνομάσθη ρ α δ ι ό φ ω ν ο ν…". Θα περάσουν πολλά χρόνια για να ξανάρθει στην επιφάνεια η ονομασία αυτή.
Στο μεταξύ οι διαλέξεις και επιδείξεις του Τιμολέοντα Αργυρόπουλου προκαλούσαν μεγάλο ενδιαφέρον στους Αθηναίους και πλήθη κόσμου συνωστούνταν στον "Παρνασσό" κάθε φορά που ο καθηγητής παρουσίαζε δημόσια τα αποτελέσματα των πανεπιστημιακών του πειραμάτων. Σε όλη τη διάρκεια του 1899 έγιναν εννέα τέτοιες διοργανώσεις, πολυπληθέστατες πάντα. Στην αρχή του τελευταίου χρόνου του αιώνα μια παρόμοια συγκέντρωση λαβαίνει χώρα, με εξελιγμένα συστήματα και προχωρημένες εφαρμογές. Τις λεπτομέρειες τις βρίσκουμε στις σελίδες της ΕΣΤΙΑΣ στις 27 Ιανουαρίου 1900. "Ο Ανευ σύρματος τηλέγραφος. Ήτο ομολογουμένως κάτι ωραιότατον η χθεσινή εν τω Παρνασσώ διάλεξις, η πειραματική ούτως ειπείν επιθεώρησις της ηλεκτρικής κληρονομίας, την οποίαν μας αφήνει απερχόμενος ο δέκατος έννατος αιών. Ωραιότερα όμως απ' όλα και περιεργότερα - διότι ήσαν εντελώς άγνωστα μέχρι τούδε - υπήρξαν τα πειράματα επί της αρχής του άνευ σύρματος τηλεγράφου του Μαρκόνι. Η θεωρία της νέας ταύτης τελειοποιήσεως έχει ως εξής: προ τινών ετών ο εν τω γερμανικώ Πανεπιστήμιω της Βόννης καθηγητής της φυσικής Χέρτς ανεύρε μέσον δι ού κατόρθωσε να παραγάγη εν τω διαστήματι ηλεκτρικάς κυμάνσεις…" Ακολουθεί μια λεπτομερέστατη περιγραφή του φυσικού φαινομένου και των πειραματικών εφαρμογών και το δημοσίευμα καταλήγει: "…επί τη βάσει λοιπόν της θεωρίας αυτής ο κ. Αργυρόπουλος έκαμεν ωραιότατα πειράματα από του ενός άκρου της αιθούσης εις το άλλο…."
Καθώς όμως η εξέλιξη κλιμακώνεται στους πανεπιστημιακούς θαλάμους και προσφέρεται για ολοένα και περισσότερο προχωρημένες εφαρμογές, ένας διεκδικητής εμφανίζεται που απαιτεί αποκλειστικότητα στην νέα ανακάλυψη και απόλυτη εξουσία πάνω σ' αυτήν. Στην αφετηρία της νέας τροπής βρίσκεται πάντα ο Αργυρόπουλος ο οποίος, σε μια απ' τις διαλέξεις του (29.1.1900) τονίζει την σπουδαιότητα της εφαρμογής του ασυρμάτου στα πλοία. Ευθύς μόλις ολοκληρώνεται η πειραματική φάση της ασύρματης επικοινωνίας το Πολεμικό Ναυτικό εκδηλώνει το ενδιαφέρον του. Η είδηση δεν χρειάζεται σχόλια. ΕΣΤΙΑ 9 Ιουλίου 1906.
"Πληροφορούμεθα ότι κατηρτίσθη επιτροπή εκ του καθηγητού του Πανεπιστημίου κ. Τ. Αργυροπούλου, του πλωτάρχου κ. Παπαχρήστου και των κ.κ. Παπαρηγοπούλου, Ζωχιού και Μαλικοπούλου όπως μελετήσει την εφαρμογήν του άνευ σύρματος τηλεγράφου εις το πολεμικόν ναυτικόν. Η επιτροπή θα υποδείξει τας καταλληλότερας τοποθεσίας δια τους τηλεγραφικούς σταθμούς και θα αποφανθή εάν δύνανται να επωφεληθώσι της δι' ασυρμάτου τηλεγράφου συνεννοήσεως και τα εμπορικά πλοία καταβάλλοντα ανάλογα τέλη. Εν τω μεταξύ αναμένονται εκ Γερμανίας τεχνίται, οι οποίοι θα τοποθετήσουν τα μηχανήματα του τηλεγράφου, θα διδάξωσι δε κατόπιν την χρήσιν αυτών εις τους ιδικούς μας."
Σε ειδική τελετή που δοργανώθηκε την Άνοιξη του 1988 στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου με πρωτοβουλία του γράφοντος και με τη συμμετοχή του Πανεπιστημίου και της της ΕΡΑ με θέμα "Η Συμβολή του Πανεπιστημίου στην εξέλιξη της Ραδιοφωνίας" ο Τιμολέων Αργυρόπουλος και οι πρωτοπόρες εργασίες του ήταν η κύρια τιμητική αναφορά.
Καθώς φαίνεται ωστόσο το ενδιαφέρον της εξουσίας είχε εκδηλωθεί νωρίτερα. Αυτό συμπεραίνεται από τον πρόλογο στο βιβλίο του ανυπολοχαγού του Πυροβολικού Γ.Π. Πετρόπουλου που με τίτλο Η ΑΝΕΥ ΣΥΡΜΑΤΟΣ ΤΗΛΕΓΡΑΦΙΑ εκδίδεται το 1904 στην Αθήνα. "Μετά την αποφοίτησιν μου εκ της Ανωτέρας Ηλεκτρολογικής Σχολής των Παρισίων, διαταχθείς υπό του υπουργού των Εσωτερικών να παρακολουθήσω τα κατά τον παρελθόντα Νοέμβριον γενόμενα πειράματα επί του εν Καστέλλα ιδρυθέντος σταθμού του άνευ σύρματος τηλεγράφου, επιβαλλόμενον μοι καθήκον εθεώρησα να εκπονήσω ιδίαν της περί της άνευ σύρματος τηλεγραφίας πραγματείαν, δυναμένη να χρησιμεύση τόσον εις τον στρατιωτικόν τον ενδιαφερόμενον επί τοιούτων ζητημάτων όσο και εις πάντα άλλον". Τα δεδομένα μας πείθουν πως οι προσδοκίες του ανθυπολοχαγού Γ. Π. Πετρόπουλου, όσον αφορά τους ενδιαφερόμενους για το ζήτημα που πραγματευόταν στο βιβλίο του, ήταν μάλλον υπερβολικές. Ένα μέρος του κοινού είχε ακούσει βέβαια για τον ασύρματο (στο καρναβάλι του 1898 είχε γίνει από τους φοιτητές αποκριάτικο άρμα με θέμα τον ασύρματο τηλέγραφο) και σ' αυτό είχαν φυσικά βοηθήσει πολύ οι διαλέξεις στον "Παρνασσό" και τα διάφορα σχετικά δημοσιεύματα, η ενημέρωση όμως στο μικρό, ούτως ή άλλως, ποσοστό του πληροφορημένου κοινού ήταν μόνο επιφανειακή. Όσο για την πλατιά κοινή γνώμη, η μετάδοση της φωνής σε απόσταση ήταν ακόμα τότε κάτι εξωφρενικό.
Από την πλευρά των Αρχών, μόλις άρχισε να διαπιστώνεται η πρακτική ωφέλεια της ασύρματης μεταδόσεως και οι προοπτικές των πολλαπλών της χρήσεων, το Πολεμικό Ναυτικό, όπως είπαμε, κατοχύρωσε το προνόμιο της και όλοι οι ειδικευμένοι στρατεύσιμοι κατατάσσονταν στις τάξεις του. Οι εφαρμογές του ασυρμάτου στο μεταξύ συστηματοποιούνται. Για την ιστορία πρέπει να σημειώσουμε πως η πρώτη απόπειρα λειτουργίας πειραματικού σταθμού ασυρμάτου τηλεγραφίας χρονολογείται από το 1902. Ο πομπός είχε εγκατασταθεί στην Φρεατύδα του Πειραιά και ο δέκτης στο Παλαιό Φάληρο κοντά στο Δέλτα. Στα 1909 γίνεται η πρώτη επίσημη εκπομπή ανάμεσα σε τρία πολεμικά πλοία. Οι πομποί και οι δέκτες του "Ύδρα", του "Σπέτσαι" και του "Ψαρά" δικαιούνται τα εύσημα της ραδιοφωνικής πρωτιάς και ο υποπλοίαρχος Κωνσταντίνος Αθανασιάδης ένα δικαίωμα ραδιοφωνικής πρωτοπορίας που αργότερα θα το αξιοποιήσει. Κοιτίδα, λοιπόν, της ραδιοφωνίας το Πολεμικό Ναυτικό και ο αξιωματικός Αθανασιάδης στο ξεκίνημά της να συνδέεται αρχικά με πολλές πρωτοβουλίες για την εγκατάσταση ασυρμάτων στα πλοία, ίδρυση παράκτιου σταθμού κ.λ.π. Το 1911 λειτούργησε το Θησείο ο πρώτος σταθμός ασυρμάτου στην ξηρά που επικοινωνούσε με το πολεμικό "Αβέρωφ". Φαίνεται πως οι ασυρματικές ανησυχίες είχαν αρχίσει στην ίδια περιοχή αρκετά ενωρίτερα. Αυτό, τουλάχιστον, συμπεραίνουμε απ' το δημοσίευμα που συναντάμε στις 6 Ιουλίου 1906 στην ΕΣΤΙΑ "Τα πειράματα του άνευ σύρματος τηλεγράφου εξακολουθούν υπό του μνημείου του Φιλοπάππου υπό καυστικόν ήλιον". Από τότε και μέχρι σήμερα όλη η συνοικία μεταξύ Θησείου και Πετραλώνων λέγεται Ασύρματος.
Είναι απαραίτητο να συμπληρώσουμε πως ο πρωτοπόρος Αθανασιάδης ήταν και ο ιδρυτής του κλάδου των ραδιοτηλεγραφητών στην Ελλάδα και πως από το 1910 ως το 1920 ήταν προϊστάμενος της Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας του Π.Ν. Το Ναυτικό λοιπόν κηδεμονεύει τη νεογέννητη ραδιοφωνία. Φυσικό, με την αντίληψη πως και τα ερτζιανά είναι κι αυτά κύματα! Στο μεταξύ βέβαια το Ναυτικό εκπαιδεύει τεχνικούς που είτε μετεκπαιδευόμενοι είτε όχι στα επόμενα χρόνια θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη νέα τεχνολογία που ολοένα θα εξελίσσεται.
Πυκνά και αλλεπάλληλα γεγονότα κοινωνικές αναμοχλεύσεις, επαναστάσεις και πόλεμοι αλλά και ενσωμάτωση νέων ελληνικών εδαφών και πληθυσμών πλημμυρίζουν την πρώτη δεκαετία που η ασύρματη επικοινωνία, η ραδιοτηλεγραφία, εγκαθίσταται στην Ελλάδα. Αρχίζοντας από την επανάσταση των αξιωματικών στο Γουδί το 1909 που εκφράζει μια έντονη πίεση για κοινωνικές αλλαγές, και τον ξεσηκωμό των αγροτών στη Θεσσαλία τον επόμενο χρόνο, μπορούμε να πούμε πως η εμφάνιση της ασύρματης επικοινωνίας στην χώρα μας συμβαδίζει με το ξεκίνημα μιας αναμορφωτικής τάσης στον κοινωνικό και κατ' επέκταση στον πολιτιστικό ιστό. Οι ταυτόχρονες μηχανοτεχνικές εξελίξεις σε άλλους τομείς, η εξάπλωση της χρήσης του ηλεκτρισμού σε διάφορες εφαρμογές με αρχή τις συγκοινωνίες, φέρνουν τον ασύρματο να συμπορεύεται με την κοινωνική και οικονομική ανόρθωση που σημειώνεται σ' αυτήν ακριβώς την δεκαετία. Ωστόσο δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε πως η καινοτομική αυτή επινόηση κρατιέται στην πρώτη της δεκαετία πολύ αυστηρά απομονωμένη απ' το κοινωνικό σύνολο σαν αποκλειστικό προνόμιο του στρατού. Καμμιά χρήση της ασύρματης επικοινωνίας δεν έχει περάσει στην κοινωνική ζωή. Οπωσδήποτε όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχει προκληθεί το ενδιαφέρον κάποιων έξω απ' τα όρια του στρατεύματος και πως δεν έχουν αρχίσει κάποιες κινήσεις, έρευνες και πειραματισμοί που δεν αποβλέπουν σε πολεμικές χρήσεις. Απόδειξη πως στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 1920 αναφέρονται κάποιες σχετικές ζυμώσεις που έτυχε να έχουν δημοσιοποιηθεί και καταγραφεί κι έτσι τις γνωρίζουμε σήμερα. Είναι σίγουρο ωστόσο πως δεν ήταν οι μόνες.
Τον Ιανουάριο του 1920 δημοσιεύεται ο χαλύβδινος νόμος 1831 "Περί οργανώσεως της ραδιοτηλεγραφικής και ραδιοτηλεφωνικής υπηρεσίας του Κράτους και περί συστάσεως διευθύνσεως ραδιοτηλεγραφικής υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού" που κατοχυρώνει απρόσβλητα τον έλεγχο σε οτιδήποτε σχετίζεται με ασύρματη μετάδοση ήχου. Με το νόμο αυτόν το προνόμιο παραχωρείται στο ναυτικό και η πρόθεση ενός ιδιώτη να αποκτήσει πομπό ή δέκτη κρίνεται από ειδικό συμβούλιο και κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις. "Η εγκατάστασις και λειτουργία ραδιοτηλεγραφικών και ραδιοτηλεφωνικών σταθμών επί ελληνικού εδάφους και επί ελληνικών πλοίων αποτελεί προνόμιον του Κράτους" λέει το άρθρο 1 του νόμου και το άρθρο 2 συμπληρώνει: "Το Κράτος δύναται να παραχωρήση εις ιδιώτας την άδειαν της εγκαταστάσεως και λειτουργίας σταθμού εν τη ξηρά ή επί πλοίων, υπό όρους αναγραφομένους εν τη αδεία..» και στο άρθρο 6 παραγραφο 2 σημειώνει για τις συσκευές λήψεως "…Αι άδειαι αύται παρέχονται παρά του υπουργού της Συγκοινωνίας κατόπιν γνωμοδοτήσεως του παρ' αυτώ συμβουλίου ασυρμάτου Τ.Τ. και συμφώνως προς τους υπό τούτου υποδεικνυόμενους όρους εντός των κειμένων νόμων…". Και το σκληρότερο "Αι ιδιωτικαί εν τη ξηρά εγκαταστάσεις συσκευών ασυρμάτου πάσης φύσεως διατελούσιν υπό τον άμεσον έλεγχον της διευθύνσεως Τ.Τ.Τ. ήτις δικαιούται να εξακριβώνη ανά πάσαν στιγμήν δια Τ.Τ.Τ. υπαλλήλων, οριζομένων δι αποφάσεων του υπουργού Συγκοινωνίας μετά σύμφωνον γνώμην του συμβουλίου Τ.Τ. εάν τηρώνται οι όροι υφ'ους παρεχωρήθη η άδεια". Κι όμως, παρά τα αυστηρά αυτά μέτρα, αυτήν ακριβώς την εποχή, όπως θα μας αποκαλυφθεί από μια μαρτυρία λίγο αργότερα, υπήρχαν κάποιοι που ακριβοπλήρωναν για ν' αποκτήσουν έναν ραδιοφωνικό δέκτη.
Το 1920 σημαδεύεται ραδιοφωνικά και από ένα άλλο σπουδαίο γεγονός. Επιστρέφει στην Ελλάδα ένας ειδικός που μόλις έχει αποφοιτήσει απ' το ελβετικό πολυτεχνείον και έχει εργαστεί στα εργοστάσια Μπράουν-Μπόβερι στο Μπάντεν και τη Γενεύη. Ο νεαρός επιστήμονας λέγεται Στέφανος Ελευθερίου και μέλλεται να διαδραματίσει ρόλο σημαντικότατο τα επόμενα σαράντα χρόνια σε ό,τι συνδέεται με τη ραδιοφωνική υπόθεση. Αμέσως κατατάσσεται στη Διεύθυνση Ραδιοηλεκτρικής Υπηρεσίας Ναυτικού, τη ΔΡΥΝ, και κει θα κλιμακώσει μια σειρά από δραστηριότητες και θα διοχετεύσει όλες τις γνώσεις και τις εμπειρίες που έχει συγκεντρώσει στην Ευρώπη. Ο Ελευθερίου παραμένει στη ΔΡΥΝ πέντε χρόνια και σ' αυτό το διάστημα πρωτοστατεί στην πραγματοποίηση της πρώτης ραδιοφωνικής εκπομπής.
Η σχετική πληροφορία δεν μας δίνει δυστυχώς πολλά στοιχεία. Βρίσκεται στις σελίδες της ειδικής έκδοσης του Ράδιο-Καραγιάννη ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ-ΤΗΛΕΟΡΑΣΙΣ , που αναφέρει: "Η πρώτη απόπειρα ραδιοφωνικής εκπομπής εις την Ελλάδα έλαβε χώραν το 1923 εις τον Σταθμόν Βοτανικού της ΔΡΥΝ, όπου εχρησιμοποιήθη πομπός ασυρμάτου τηλεφωνίας ισχύος 200 W, κατασκευής της σουηδικής εταιρίας "Svenska Radio Aktiebobaset", του οποίου ο τότε αντιπρόσωπος ταύτης, ονόματι Νικολάου, είχεν εισαγάγει με σκοπόν μεταπωλήσεως". Τι να ήταν άραγε αυτή η πρώτη εκπομπή; Ποιοί την άκουσαν, αφού στα πρώιμα εκείνα χρόνια ραδιόφωνα δεν υπήρχαν; Μάλλον ήταν ένα πειραματάκι, εσωτερική υπόθεση της ΔΡΥΝ και θα πρέπει να πρωτοστάτησαν ο Αθανασιάδης και ο Ελευθερίου. Την σημειώνουμε ωστόσο στην αφετηρία της ραδιοφωνικής διαδρομής σαν μια πρωτιά. Ένα κατοπινό στοιχείο, ασαφές και αιωρούμενο, προσθέτει ίσως κάτι για μια υπόθεση του περιεχομένου της εκπομπής αυτής. Τον ίδιο χρόνο αρχίζει η λειτουργία του BBC, που είναι ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός της Ευρώπης. Ο πρώτος αμερικανικός είχε αρχίσει το Πίτσμπουργκ το 1921.
Τον επόμενο χρόνο, 1924, οι Αθηναίοι έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τη ραδιοφωνική λειτουργία στο θέατρο και να γνωρίσουν τη συσκευή του ραδιοφώνου. Μια οπερέτα ανεβαίνει στο θέατρο "Διονύσια", που έχει τίτλο "Η δεσποινίς του ασυρμάτου" (προφανώς το έργο έχει ηρωϊδα μια εκφωνήτρια κάποιου σταθμού) και, απ' ότι μας πληροφορούν τα ποικίλα δημοσιεύματα της εποχής, στο έργο περιέχονται σκηνές όπου διάφορα άτομα συγκεντρώνονται γύρω από ένα δέκτη και με τα ακουστικά στ' αυτιά απολαμβάνουν την ακρόαση. Το έργο σημειώνει επιτυχία, που σημαίνει πως το θέμα έχει ανταπόκριση. Στην εφημερίδα ΒΡΑΔΥΝΗ της 11ης Ιουνίου 1924, διαβάζουμε: "Εις τα Διονύσια εξαιρετική πιέννα χθες το βράδυ με την πρώτην της νέας γερμανικής οπερέτας "Η δεσποινίς του ασυρμάτου. "Το έργο ήρεσεν υπερβολικά χάρις εις την ευφυά πλοκήν, την άφθονον και ωραίαν μουσικήν, τον φαντασμαγορικό διάκοσμον". Σημειολογικές παρατηρήσεις, το ραδιόφωνο, το στερούμενο θεάματος στο ξεκίνημά του, προσφέρεται ως θέαμα.

Η ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Αναδεύεται λίγο πιο ζωηρά η ραδιοφωνική αντίληψη ό,τι κι αν σήμαινε αυτό για την εποχή, απ' την αρχή της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα μας. Ωστόσο η ιδέα για το ραδιόφωνο είναι συγκεχυμένη, ενώ στο μεγάλο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού εξακολουθεί να είναι ανύπαρκτη. Στα τέλη του 1920 η μικρασιατική εκστρατεία έχει δημιουργήσει μια εθνική ευφορία και η κοινωνική ζωή στην Αθήνα σφύζει από ζωτικότητα. Δύο χιλιάδες αυτοκίνητα κυκλοφορούν στην πρωτεύουσα, ο κινηματογράφος έχει εισχωρήσει για τα καλά στις ψυχαγωγικές συνήθειες, τα ηλεκτροκίνητα τραμ συνδέουν τις απομακρυσμένες συνοικίες με το αθηναϊκό κέντρο και μέσα στις άλλες τεχνολογικές κατακτήσεις το ραδιόφωνο συζητείται σαν μια συναρπαστική μελλοντική δυνατότητα. Σαν αντίπαλο δέος στην αποκλειστικότητα του Ναυτικού αναπτύσσεται στους πανεπιστημιακούς κύκλους μια κίνηση με αντικείμενο τη ραδιοφωνία. Έχει προϋπάρξει ζωηρή και γόνιμη διεργασία γύρω από τον ασύρματο και τα προβλήματα και τις δυνατότητες του για να φτάσει ο επιμελητής της έδρας της Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κ. Πετρόπουλος, να παρουσιάσει την 1η Μαρτίου του 1922 "ενώπιον της Εταιρίας Φυσικών Επιστημών πλήρες σύστημα δέκτου ασυρμάτου τηλεγράφου με λυχνίας". Με ασταθή βήματα και ταλαντεύσεις, αργά και διστακτικά, η ελληνική ραδιοφωνία προχωρεί προς τα ένδοξα πεπρωμένα της. Εννοώ φυσικά τη σημερινή ραδιοφωνική "ευημερία".
”Η ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ - Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΣΥΡΜΑΤΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟΥ - ΣΥΝΑΥΛΙΑΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΑΕΡΟΣ - ΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑΙ ΡΑΔΙΟΣΥΝΑΥΛΙΑΙ ΚΑΙ ΑΙ ΑΘΗΝΑΙ". Αυτός είναι ο τίτλος και τα περιεχόμενα του άρθρου που δημοσιεύει η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ το Μάιο του 1925. Συντάκτης του ο επιμελητής της Φυσικής Κ. Πετρόπουλος. Έστω και μόνο απ' τον τίτλο γίνεται φανερό πως τα πράγματα έχουν προχωρήσει αρκετά. Απ' τον προηγούμενο χρόνο μάλιστα έχει υποβληθεί αίτηση στο δημόσιο από το μηχανικό Νικόλαο Αγγελέα, για να του χορηγηθεί άδεια να εγκαταστήσει ραδιοφωνικό σταθμό. Το κράτος, φυσικά, αρνήθηκε. Γι' αυτήν την τρομερή πρωτοβουλία δεν διαθέτουμε δυστυχώς κανένα στοιχείο που να μας φωτίζει περισσότερο, ούτε για τον πρώιμο διεκδικητή του ραδιοφωνικού οράματος είναι τίποτα άλλο γνωστό παρά το όνομα και η ιδιότητά του. Ωστόστο είναι εντυπωσιακή η αμεσότητα της υποβολής προτάσεως για δημιουργία ραδιοφωνικού σταθμού έναν χρόνο μετά την λειτουργία του BBC. Σημειώνουμε πάντως το όνομα του Νικόλαου Αγγελέα στην αφετηρία της μεγάλης διαδρομής και συμπληρώνουμε πως αργότερα τον συναντάμε τεχνικό προϊστάμενο του Δήμου Αθηναίων.
Για να δούμε όμως ολίγα απ' όσα διαλαμβάνονται στο άρθρο του πανεπιστημιακού Κ. Πετρόπουλου. "Την Ευρώπην και την Αμερικήν, κατά τα τελευταία ιδίως έτη, απασχολεί με πρωτοφανή ταχύτητα διαδόσεως μια εντελώς απρόβλεπτη εφαρμογή του ασυρμάτου ή της ραδιοφωνίας, όπως επεκράτησε να λέγεται η άνευ σύρματος μεταβίβασις ήχων". Και συνεχίζει παρακάτω το δημοσίευμα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ του 1925. "Εις τον ημερήσιον επί παραδείγματι τύπον των μεγάλων ευρωπαϊκών κέντρων, παρά τα θεατρικά ή αθλητικά προγράμματα ή τα προγράμματα ιπποδρομιών, βλέπει τις καθ' ημέραν και προγράμματα της επόμενης μορφής: Ραδιοφωνικός σταθμός Χ ώρα 9.30 τελευταίαι ειδήσεις της ημέρας. Ορχήστρα. Διηγήματα δια μικρά παιδιά. Συναυλία της διασήμου βιολιστρίας Ψ. Ορχήστρα. Μετεωρολογικόν δελτίον και προβλέψεις του καιρού της επομένης. Συναυλία του πιανίστα Ω. Ειδήσεις Χρηματιστηριακαί κλπ." και μετά την παράθεση ενός ραδιοφωνικού προγράμματος, πραγματικού ή υποθετικού, δεν έχει σημασία, ο συντάκτης του άρθρου σημειώνει: "Σκοπός των επομένων γραμμών είναι να εξηγηθεί εις το ελληνικόν κοινόν η σημασία παρομοίων δημοσιεύσεων και εν γένει να δοθή ομαδική απάντησις, προς όσους προφορικώς ή δι' επιστολών, τελευταίως ιδίως εις μέγα αριθμόν, μοι εζήτησαν πληροφορίας επί της ραδιοφωνίας ή του ασυρμάτου τηλεγράφου εν γένει, αναζητούντες να προσανατολισθούν επί του πράγματος υπό την πίεσιν επιμόνων φημών και ελκυστικών διηγήσεων". Έτσι λοιπόν, πολλοί ρωτούσαν τον κ. Επιμελητή, μέγας αριθμός, ερεθισμένοι από επίμονες φήμες και ελκυστικές διηγήσεις. Η προσδοκία της ραδιοφωνικής μαγείας είχε αρχίσει. Από ανάλογα δημοσιεύματα, αφηγήσεις όσων είχαν ραδιοφωνικές εμπειρίες και τις σχετικές συζητήσεις εξαπλώνεται σιγά-σιγά το ενδιαφέρον για τις εκπομπές και τις ακροάσεις από ξένους σταθμούς. Τον ίδιο καιρό σημειώνεται η πρώτη διαπιστωμένη ραδιοφωνική μετάδοση με την εκπομπή ενός πλήρους προγράμματος. Ο αρθρογράφος της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ δεν ήταν αμέτοχος στη σκαπανική αυτή απόπειρα.
Στη Σχολή Μεγαρέως, ένα ιδιωτικό γυμνάσιο που βρισκόταν στη γωνία Πατησίων και Λήμνου, είχε δημιουργηθεί ένας πυρήνας μαθητών με το ενδιαφέρον τους στραμμένο στη Ραδιοτηλεγραφία. Ο Κ. Πετρόπουλος διατηρούσε στην πλατεία Αμερικής τα ραδιοηλεκτρολογικά εργαστήρια ΜΕΤΡΟΝ και αντιπροσώπευε τα μηχανήματα και εξαρτήματα της FAR. Έτσι, εκτός απ' την ενθάρρυνση που διοχέτευε στους νεαρούς ερασιτέχνες του Μεγαρέως, τους τροφοδοτούσε και με τα απαραίτητα υλικά καθώς και με τα τεύχη του γαλλικού τεχνικού περιοδικού "L' ANTENNE", που αποτέλεσε σύμβουλο και καθοδηγητή τους. Την ομάδα των νεαρών εραστών της ραδιοηλεκτρικής τέχνης, όταν ακόμα ο τομέας αυτός βρισκόταν στα σπάργανα, την αποτελούσαν οι Πολύκαρπος Ψωμιάδης, Γιώργος Πετρόπουλος, Θανάσης Κουκούλης και Χρήστος Κατσαφαρόπουλος, στον οποίο χρωστάμε τις πολύτιμες αυτές πληροφορίες για τη χαραυγή της Ραδιοφωνίας στην Ελλάδα. Κοντά στην τετραμελή ομάδα των μαθητών με τα ασυρματικά ενδιαφέροντα βρισκόταν και ο Πέτρος Γκάβιγκερ και ο Γιώργος Μεγαρεύς, γιος του διευθυντή της σχολής. Με την παρακολούθηση του Κ. Πετρόπουλου η ομάδα αυτή των σκαπανέων αποφάσισε να μεταδώσει ραδιοφωνικά μια σχολική γιορτή που οργανώθηκε σαν μια πειραματική εκπομπή για τους λιγοστούς δέκτες που λειτουργούσαν στην Αθήνα.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πως λίγους μήνες νωρίτερα είχε εμφανιστεί στην οδό Πατησίων, απέναντι από το Μουσείο, το πρώτο κατάστημα που έφερε βιομηχανοποιημένες ραδιοσυσκευές. Τα ραδιόφωνα ήταν της "Φίλιπς" και ο πρωτοπόρος έμπορος που τα τοποθέτησε στη βιτρίνα του ήταν ο Βασίλης Καλαμπόκης. Κατά τη μαρτυρία μάλιστα του παλαίμαχου Γιάννη Σιάσκα, ο πολυμήχανος αντιπρόσωπος εγκατέστησε μεγάφωνα έξω απ' το μαγαζί του και όλη η περιοχή αντηχούσε από τις μουσικές που μετέδιδαν οι ξένοι σταθμοί. Μπορούμε να φανταστούμε τους κατάπληκτους περαστικούς Αθηναίους να σταματούν μπροστά στο κατάστημα του Καλαμπόκη και να ρωτιούνται μεταξύ τους τι ήταν αυτοί οι περίεργοι ήχοι, ανάμικτα κύματα κάποιας μελωδίας με βροντερά παράσιτα σαν θόρυβοι ανατριχιαστικοί κάποιου άλλου κόσμου. Είναι απαραίτητο να προσθέσουμε πως ραδιοφωνικούς δέκτες εγχώριας κατασκευής προμήθευε και το εργαστήριο της ΜΕΤΡΟΝ του Κ. Πετρόπουλου κι έτσι μπορούμε να λογαριάσουμε πως στην Αθήνα, το 1926, θα πρέπει να λειτουργούσαν καμιά εικοσαριά συσκευές, εφόσον υποθέσουμε πως οι διαφημιστικές εμπνεύσεις του Καλαμπόκη δεν μπορεί παρά να δελέασαν κάποιους ανυπόμονους Αθηναίους και κάποιους άλλους η επιστημονική περιέργεια θα πρέπει να τους οδήγησε στο εργαστήριο του πανεπιστημιακού τεχνικού της πλατείας Αμερικής, τότε Αγάμων. Έτσι λοιπόν αρκετά ραδιόφωνα θα βρίσκονταν διαθέσιμα για ν' ακουστεί η ραδιοφωνική γιορτή της Σχολής Μεγαρέως, όταν οι ραδιοφωνόπληκτοι μαθητές αποφάσισαν την αναμετάδοσή της.


.........................................................................................................................................................................

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες